Απρίλιος 2012
Ο ΞΕΝΟΦΩΝ ΒΕΡΓΙΝΗΣ, ΕΠΙΚΕΦΑΛΗΣ ΤΗΣ EUROFOOD ΠΟΙΟΤΗΤΑ Α.Ε., ΘΥΜΑΤΑΙ
Το κρέας, μια μεγάλη ιστορία
Η αγωνία των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τους Ευρωπαίους εταίρους, η απελευθέρωση της τιμής, οι ευκαιρίες που χάθηκαν και οι αλλαγές στην αγορά τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες
Συνέντευξη στον Χρήστο Πραμαντιώτη
Έχοντας καταβάλει από θέση ευθύνης πολύ κόπο, προσπάθεια και αγωνία τον καιρό που ετοιμαζόταν η ένταξη της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ και γίνονταν οι διαπραγματεύσεις για τα αγροτικά προϊόντα, ο Ξενοφών Βεργίνης έχει να πει πάρα πολλά για εκείνη την περίοδο. Με τη βαθιά γνώση όλων των ζητημάτων που τέθηκαν στο διάστημα 1974-1980, φτάνει σήμερα να πει ότι η χώρα μας έχασε μια χρυσή ευκαιρία για τα αγροτικά προϊόντα, κυρίως εξαιτίας της πολιτικής που ακολουθήθηκε στο διάστημα 1981-1985.
Επικεφαλής σήμερα της Eurofood Ποιότητα Α.Ε., δέχτηκε να παραχωρήσει αυτή τη συνέντευξη στο Meat Place και να μιλήσει τη γλώσσα της αλήθειας για όσα έπρεπε να γίνουν και δεν έγιναν, για όσα ταλανίζουν σήμερα τα αγροτικά μας προϊόντα, για το τότε και το τώρα της ελληνικής αγοράς κρέατος. Αλλά και για την επιχειρηματική του φιλοσοφία, η οποία καταφέρνει σε μια σκληρή εποχή, να παραμένει ανθρωποκεντρική.
Meat Place: Ήσασταν επικεφαλής της ομάδας διαπραγματεύσεων για τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα τον καιρό που ετοιμαζόταν η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ. Τι ανακαλείτε σήμερα στη μνήμη σας από εκείνη την εποχή;
Ξενοφών Βεργίνης: Ναι, χειρίστηκα όλα τα σχετικά θέματα εκείνη την περίοδο. Ήταν μια εξαιρετικά επίπονη προσπάθεια, αλλά είχα την ευκαιρία να συνεργαστώ με δύο εξαίρετους πολιτικούς άνδρες που διετέλεσαν υπουργοί Γεωργίας και θέλω να τους μνημονεύσω. Μιλώ για τον Γιάννη Μπούτο και τον Θανάση Κανελλόπουλο, σπουδαίοι άνθρωποι, ικανότατοι, ευέλικτοι, αποτελεσματικοί. Ασχολήθηκα λοιπόν στον τομέα των διαπραγματεύσεων ένταξής μας στην ΕΟΚ, με τα αγροτικά προϊόντα. Η προσπάθεια διήρκεσε πολύ, και πρέπει να πω ότι ο τομέας των κρεάτων μάς πήρε πολύ χρόνο. Η αιτία ήταν ότι τότε τα κρέατα ήταν κάτω από πλαφόν, υπήρχαν ανώτατες τιμές, και οι εισαγωγές γίνονταν από τις παραδοσιακούς μας προμηθευτές που ήταν η Σερβία, η Βουλγαρία, αλλά και η Αργεντινή κι η Βραζιλία, ιδιαίτερα σε κατεψυγμένα. Τότε έπαιρναν οι εισαγωγείς άδεια από το Υπουργείο Εμπορίου και έφερναν συγκεκριμένες ποσότητες.
Μ.Ρ.: Ήταν πολύ ελεγχόμενο δηλαδή.
Ξ.Β.: Ακριβώς. Και από πλευράς διακίνησης και από πλευράς πώλησης στην αγορά, αφού υπήρχε πλαφόν στις τιμές. Αυτό δημιουργούσε ελεγχόμενες τιμές προς όφελος του καταναλωτή, όμως δεν ήταν το καλύτερο πλαίσιο για τον παραγωγό και τον έμπορο και, στο τέλος-τέλος, και για τον καταναλωτή. Γιατί; Διότι η πρακτική αυτή πίεζε την παραγωγή, άρα η προσφορά ήταν η μικρότερη δυνατή και αυτό απέβαινε τελικά εις βάρος της ανάπτυξης της κτηνοτροφίας. Παράλληλα, και παρά τους πολλούς ελέγχους, τα προϊόντα που κυκλοφορούσαν δεν ήταν πάντα καλής ποιότητας. Διότι αντιλαμβάνεστε ότι όταν δεν ικανοποιείται στο βαθμό που πρέπει να ικανοποιηθεί ο ίδιος ο παραγωγός ώστε να φροντίσει να δώσει το κάτι παραπάνω στην ποιότητα, δεν μπορούμε να απαιτούμε να έχουμε την άριστη ποιότητα. Επομένως, η κατάσταση τελικά δεν ωφελούσε ούτε τον ίδιο τον καταναλωτή, παρά το πλαφόν στην τιμή. Πρέπει όμως να πω και κάτι ακόμη, εξίσου σημαντικό. Το ζητούμενο ήταν η απελευθέρωση των τιμών, όμως αυτό σκόνταφτε και στο γεγονός ότι οι κοπές του κρέατος ήταν… πρωτόγονες, ο καθένας έκοβε όπως νόμιζε. Δεν ήταν λοιπόν εύκολο να μιλάς για διαφορετική τιμή ανάλογα με την κοπή, όταν αυτό που πωλείται είναι μπριζόλα με ένα κομμάτι του φιλέτου. Δεν ακολουθείτο στη λιανική μια τεχνική με βάση την ανατομία του ζώου.
Η δύναμη του ελατηρίου
Μ.Ρ.: Με την απελευθέρωση, οι τιμές ξέφυγαν τότε;
Ξ.Β.: Ασχολήθηκα με την απελευθέρωση των τιμών όταν το 1980 μου ζήτησε ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης να μετακινηθώ στο Υπουργείο Εμπορίου ακριβώς γι’ αυτό το λόγο. Να συγκρατήσουμε την αγορά να μην ξεφύγει μετά την απελευθέρωση των τιμών. Διότι αντιλαμβάνεστε ότι θα ήταν πολύ εύκολο η αγορά να λειτουργήσει σαν ελατήριο. Όταν το ελατήριο πιέζεται πολύ και το αφήσεις απότομα, θα πηδήξει ψηλά. Σκεφθείτε ότι θα μπορούσε να συμβεί κάτι ανάλογο με τις τιμές. Με την κατάργηση του πλαφόν, δώσαμε δυνατές επιδοτήσεις, ενισχύσεις και κίνητρα στους παραγωγούς για την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας. Συγχρόνως, επειδή δεν κοβόταν σωστά το κρέας, σύμφωνα με την ανατομία του ζώου, έπρεπε να μάθουμε τους κρεοπώλες πώς να κόβουν το κρέας. Τότε κάναμε την περίφημη ΜΙΤΑ, Μέση Ισοσταθμισμένη Τιμή Αγοράς για το κρέας. Που σήμαινε ότι το κάθε μέρος του ζώου θα είχε και την αντίστοιχη τιμή. Δεν μπορούσε η τιμή του φιλέτου να εξισωθεί με την τιμή της μπριζόλας ή η τιμή της μπριζόλας με την τιμή της λάπας. Αυτό όμως απαιτούσε επιστημονική εργασία, και έπρεπε να είναι διαχρονική η ενημέρωση όλων όσων ασχολούνται με το κρέας. Ιδρύσαμε λοιπόν ταυτόχρονα τη Σχολή Κρέατος στο Υπουργείο Γεωργίας και μέχρι σήμερα, για να γίνει κανείς κρεοπώλης, πρέπει να περάσει από τη Σχολή αυτή, να πιστοποιεί δηλαδή ότι ξέρει να χειρίζεται το κρέας με επάρκεια και επιστημονικότητα.
Για να επανέλθουμε, πρέπει να σας πω ότι είχαμε πράγματι χαμηλές τιμές στην Ελλάδα, γιατί παίρναμε κρέας από Σερβία, Βουλγαρία, Αργεντινή που ήταν χαμηλές οι τιμές. Μετά την ένταξη θα έπρεπε να προμηθευόμαστε τα προϊόντα αυτά (όπως και όλα τα αγροτικά), κατά προτίμηση από την ευρωπαϊκή αγορά. Ήταν το καθιερωμένο προτιμησιακό καθεστώς. Επομένως έκλεισαν οι παραδοσιακές μας αγορές προμήθειας και έπρεπε να εισάγουμε από τις χώρες της Κοινότητας. Αυτό σήμαινε ότι οι τιμές αναμφισβήτητα θα ανέβαιναν ψηλά για τον καταναλωτή, αλλά θα ήταν καλύτερες για τον παραγωγό.
Μ.Ρ.: Τι καταφέρατε τελικά;
Ξ.Β.: Η εκτίναξη που υπολογίζαμε ήταν μεγάλη, καθώς οι διαφορές στην τιμή που προμηθευόμασταν το κρέας, έφταναν και το 60%. Επομένως ζητήσαμε από την ΕΟΚ να υπάρξει μεταβατική περίοδος εξίσωσης των τιμών σε όλα τα αγροτικά προϊόντα. Αυτό σήμαινε ότι οι τιμές στην ελληνική αγορά θα ανέβαιναν σταδιακά. Για να γίνει αυτό, παίρναμε επιδότηση. Τα λεγόμενα αντισταθμιστικά ποσά. Αν η τιμή την οποία είχαμε εμείς ήταν για παράδειγμα 6 δραχμές και έπρεπε να πάει στις 10 σε μεταβατική περίοδο τεσσάρων ετών, θα έπρεπε να παίρνει η τιμή 1 δραχμή πάνω ετησίως. Η αντίστοιχη επιδότηση που λαμβάναμε ήταν 4 δραχμές τον πρώτο χρόνο, 3 δραχμές τον δεύτερο, 2 δραχμές τον τρίτο, 1 δραχμή τον τέταρτο. Και τον πέμπτο χρόνο οι τιμές θα ήταν εξισωμένες. Με τον τρόπο αυτό τα καταφέραμε να μην έχουμε απότομο άλμα στις τιμές.
Οφείλω όμως να πω ότι όλα αυτά δεν ήταν μόνο θέμα μηχανισμών, ήταν και θέμα σεβασμού εκ μέρους των ανθρώπων της αγοράς. Πρέπει να πω ότι οι έμποροι τότε, όπως ο Χατζηπανταζής, βοήθησαν αφάνταστα. Θα μπορούσαν να ανεβάσουν ξαφνικά τις τιμές, αλλά δεν το έκαναν. Αντιθέτως, έφερναν μεγάλες ποσότητες προϊόντος ώστε να υπάρχει μεγάλη προσφορά και να μην έχουμε εκτίναξη των τιμών. Ήταν πραγματικά μια κοπιώδης προσπάθεια σε ιστορικές για τη χώρα μας στιγμές. Η ένταξη στην ΕΟΚ λειτούργησε τελικά υπέρ των παραγωγών, που είδαν το εισόδημά τους να αυξάνεται από 5% έως και 40%.
Μ.Ρ.: Εννοείτε, λόγω των επιδοτήσεων;
Ξ.Β.: Λόγω της απελευθέρωσης, η οποία έδωσε τη δυνατότητα στους παραγωγούς να παίρνουν υψηλότερες τιμές είτε απευθείας από την αγορά είτε μέσω του μηχανισμού εξίσωσης των τιμών με αντισταθμιστικά ποσά που σας ανέφερα, δηλαδή τις επιδοτήσεις. Δυστυχώς, η πενταετία αυτής της μεταβατικής περιόδου ’81-’86, δεν είχε τα αποτελέσματα που περιμέναμε διότι οι κυβερνήσεις που ήρθαν στα πράγματα δεν πρόσεξαν το αναπτυξιακό μέρος. Έτσι, ενώ θα μπορούσε με βάση αυτές τις αλλαγές να υπάρξει ανάπτυξη του αγροτικού τομέα από το 1981 και μετά, χάθηκε αυτή η πενταετία που θα μπορούσε να είναι η χρυσή πενταετία ανάπτυξης του αγροτικού τομέα της χώρας.
Χάρτης παραγωγικών δυνατοτήτων
Μ.Ρ.: Τι θα μπορούσε να είχε γίνει, δηλαδή, αυτή τη «χρυσή πενταετία» όπως την αποκαλείτε;
Ξ.Β.: Έπρεπε καταρχάς να γίνει ένας χάρτης. Χάρτης παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας. Γενικά, αλλά και όσον αφορά τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Η περίοδος ήταν πρόσφορη για κάτι τέτοιο, λόγω αλλαγής του θεσμικού πλαισίου και αύξησης των τιμών, αλλά και των πολλών προγραμμάτων ανάπτυξης στον αγροτικό τομέα. Δυστυχώς όλα αυτά τα ποσά δεν πήγαιναν στη σωστή κατεύθυνση, δεν πήγαιναν με χαρακτήρα αναπτυξιακό, πήγαιναν για αύξηση εισοδηματική χωρίς να διοχετεύονται εν συνεχεία σε αναπτυξιακά έργα και δραστηριότητες. Και δίνονταν και χωρίς έλεγχο. Δεύτερο, ενώ μπορούσαμε να κατευθύνουμε χρήματα για να αναπτυχθεί η κτηνοτροφία εκεί που υπήρχαν πραγματικά οι δυνατότητες, έφευγαν χρήματα για να γίνει κτηνοτροφία σε όλη την Ελλάδα. Ε, δεν μπορεί ολόκληρη η Ελλάδα να έχει κτηνοτροφία. Αν δείτε την Ισπανία, έχει ορίσει ζώνες αναπτυξιακές μόνο για γεωργία, ζώνες μόνο για κτηνοτροφία, ζώνες μόνο για βιοτεχνία και βιομηχανία. Εμείς εδώ δεν αναπτύξαμε συγκεκριμένες ζώνες για συγκεκριμένες δραστηριότητες. Αυτό είχε ως συνέπεια να είμαστε σήμερα εξαρτημένοι για μοσχαρίσιο κρέας, επί παραδείγματι, πάνω από 75%. Δυστυχώς δεν φρόντισε το κράτος να δείξει κατευθύνσεις, που να είναι μάλιστα βγαλμένες και από την εμπειρία ανάπτυξης και από την επιστημονική εμπειρία.
Μ.Ρ.: Τι νομίζετε ότι έχει αλλάξει από τότε μέχρι σήμερα στο κρέας;
Ξ.Β.: Σαφέστατα, έχουν αλλάξει πολλά. Καταρχάς η παραγωγή τότε ήταν στη φυσική της μορφή, αλλά λιγότερο ελεγχόμενη. Το φυσικό δεν είναι πάντα και υγιεινό. Σήμερα είναι πιο συστηματική η παρακολούθηση της ανάπτυξης και της υγείας των ζώων. Άρα ο καταναλωτής είναι πιο ασφαλής πλέον. Η παραγωγή είναι πιο ελεγχόμενη, οι ζωοτροφές το ίδιο. Βεβαίως υπάρχουν τα φαινόμενα της απάτης για πλουτισμό, όμως αν μιλάμε για τη διατροφή, τη σφαγή, τη διακίνηση, σήμερα τα κρέατα είναι πιο διασφαλισμένα από ό,τι τότε.
Έπειτα, ο τεμαχισμός και η διακίνηση τεμαχισμένων προϊόντων είναι μακράν πιο μπροστά. Σήμερα είναι τεμαχισμένα, συχνά διακινούνται σε βάκουουμ, και ο καθένας αγοράζει το κομμάτι που θέλει στην αντίστοιχη τιμή. Κι ακόμη η συντήρηση και η διατήρηση γίνεται σε σύγχρονους και υγιεινούς χώρους, επομένως δεν έχουμε προβλήματα που προέκυπταν τότε και απλά δεν τα αντιλαμβανόμασταν. Οι ποσότητες επίσης που διακινούνταν ήταν ακανόνιστες, πότε περισσότερες και πότε λιγότερες, επομένως όσες φορές υπερφορτώνονταν τα ψυγεία και το κρέας δεν πωλείτο, υπήρχε πρόβλημα υγιεινής αλλά και απώλειας βάρους. Άρα είχαμε και ζημιές απομείωσης για τον έμπορο και τον λιανοπωλητή, ενώ και ο καταναλωτής δεν έπαιρνε το κρέας στην κατάσταση που έπρεπε.
Αυτό που βλέπω τελικά είναι πως το κρέας είναι πιο διαχειρίσιμο σήμερα. Από τη στιγμή που ξεκοκαλίζεται είναι απόλυτα διαχειρίσιμο. Ξέρεις πόσο αγοράζεις σε βάρος, σε ποια αξία, και ξέρεις πόσο θα πουλήσεις σε βάρος και σε ποια αξία. Τα παλιά χρόνια τα πάντα εξαρτώνταν από την απώλεια βάρους, από το αν ο κρεοπώλης το έκοβε σωστά. Ακόμη και ο διαχειριστής ενός σούπερ μάρκετ σήμερα δεν διατρέχει κινδύνους. Θα μπορούσε να πει: φέραμε τόσο κρέας, μοιράζω ανά κατάστημα τόσο, και περιμένω εισπράξεις τόσες.
Μ.Ρ.: Ο καταναλωτής δεν έχει αλλάξει;
Ξ.Β.: Σαφώς. Ο καταναλωτής είναι σήμερα πιο ενημερωμένος, δεν παίρνει ό,τι του δώσουν, μπορεί να κατευθύνει τη ζήτηση. Συμμετέχει κατά το πλείστον. Γι’ αυτό υπάρχουν και οι κανόνες που επιβάλλουν να δίνονται στον καταναλωτή όλες οι απαραίτητες πληροφορίες για το προϊόν που αγοράζει. Ο ίδιος παίζει ρόλο και στη διαμόρφωση των τιμών. Ένα προϊόν ίδιων προδιαγραφών πρέπει να πάει να το αγοράσει εκεί που είναι πιο φθηνό, κι έτσι να στείλει το μήνυμά του προς όλη την αγορά. Στο τέλος-τέλος, κανείς δεν είναι ασύδοτος όταν λειτουργούν οι κανόνες. Εκεί χρειαζόμαστε τους μηχανισμούς που θα ελέγξουν ποιος ακολουθεί τον κανόνα διαμόρφωσης τιμών και ποιος ακολουθεί τον κανόνα της αισχροκέρδειας. Όπως σας εξήγησα, έχει παρέλθει η εποχή του πλαφόν το οποίο όχι μόνο εξίσωνε τις τιμές, αλλά εξίσωνε προς τα κάτω την ποιότητα και τους όρους υγιεινής.
Η πιστοποίηση είναι το Α και το Ω
Μ.Ρ.: Ο καταναλωτής έχει δείξει ότι ξέρει να εκτιμά την ποιότητα.
Ξ.Β.: Αναμφισβήτητα. Ποιότητα και πιστοποίηση πρέπει να τα διαφυλάξουμε λοιπόν ως κόρη οφθαλμού. Είναι κάτι στο οποίο πρέπει να έχει πλεονέκτημα η Ελλάδα. Ειδικά οι πιστοποιήσεις είναι ένας τομέας που στην Ελλάδα δεν έχουμε δώσει τη σημασία που πρέπει. Παίρνει κάποιος μια πιστοποίηση από τον κρατικό οργανισμό και μετά εναπόκειται στο φιλότιμό του και στη συνείδησή του να τηρεί κανόνες. Τα ελληνικά προϊόντα θα ήταν ασύγκριτα εάν είχαμε μέχρι τώρα έναν καλύτερο ΟΠΕΓΕΠ. Το Α και το Ω είναι η πιστοποίηση προϊόντων προέλευσης. Αν η πιστοποίηση και ο έλεγχός της δούλευε όπως έπρεπε, η Ελλάδα θα ήταν πολύ ευτυχής με τα προϊόντα που παράγει και μπορεί να πουλήσει στο εξωτερικό. Από όποια πλευρά κι αν το πιάσουμε, θα φτάσουμε όμως και πάλι στο ζήτημα των ελέγχων. Επιτρέψτε μου να σας αναφέρω ένα παράδειγμα. Η φετινή χρονιά με τα χιόνια δεν βοήθησε την παραγωγή. Εν τούτοις, βλέπετε να πωλούνται προϊόντα σαν να μην είχε υπάρξει η κακοκαιρία. Πού βρέθηκαν αυτά; Αν δούλευε σωστά ο έλεγχος των ισοζυγίων στο γάλα για παράδειγμα, δεν θα μπορούσαν να γίνονται αυτά. Αν μη τι άλλο, οι υπηρεσίες είναι ανοργάνωτες. Το Καλαθάκι Λήμνου είναι από συγκεκριμένη φυλή προβάτου, συγκεκριμένη διατροφή, με συγκεκριμένο τρόπο επεξεργασίας. Αν δεν τηρείται αυτό, δημιουργείται τεράστιο πρόβλημα. Είναι εις βάρος της ελληνικής οικονομίας αλλά και της ίδιας της Λήμνου. Δεν μπορείς να κάνεις αυτή τη ζημιά. Αφού μου αρέσει το Καλαθάκι της Λήμνου, θα το ζητήσω. Άρα θα σπρωχτούν οι παραγωγοί να βάλουν περισσότερα πρόβατα. Άρα περισσότερο γάλα, περισσότερο τυρί, καλύτερο εισόδημα. Αν κάποιος το παράγει από άλλο γάλα, δεν κάνει ζημιά; Δεν είναι έγκλημα; Εμείς εδώ στη Eurofood, ξέρετε, επιμένουμε να μπαίνουν μόνο προϊόντα ποιότητας.
Μ.Ρ.: Και πώς το διασφαλίζετε αυτό;
Ξ.Β.: Η Eurofood είναι μια κάθετα οργανωμένη εταιρεία. Χρηματοδοτούμε συγκεκριμένα εργοστάσια, πρωτογενείς μονάδες, αγοράζουμε συγκεκριμένη περίοδο, συγκεκριμένο προϊόν, ελεγχόμενο, κι έρχεται μόνο για τη Eurofood. Η συνεργασία μας με παραγωγούς είναι αποκλειστική. Ξέρω τι θα παράγουν κάθε φορά. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε απόλυτο έλεγχο του κόστους και της διαχείρισης της εταιρείας. Από την παραγωγή μέχρι να πάει στην κατανάλωση. Δεν μπαίνει στη δική μας αποθήκη προϊόν περισσότερο από όσο μπορεί να ρευστοποιηθεί εντός 15 ημερών. Αυτό σημαίνει χαμηλό κόστος χρήματος. Γι’ αυτό και οι εισαγωγές μας είναι κάθε εβδομάδα.
Επιχειρηματικότητα χτισμένη πάνω στην εμπιστοσύνη
Μeat Ρlace: Σας έχει αγγίξει η κρίση, όσον αφορά τις πωλήσεις, αλλά και την εμπιστοσύνη των συνεργατών σας από το εξωτερικό;
Ξενοφών Βεργίνης: Ούτε το ένα ούτε το άλλο. Ο κύκλος εργασιών μας φέτος είναι στο τρίμηνο αυξημένος 16%. Σε ό,τι αφορά τον τζίρο από εισαγωγές, είναι σταθερός, ίσως και λίγο αυξημένος. Δεν υφιστάμεθα κανέναν κλυδωνισμό. Πρέπει όμως να σας εξηγήσω τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι αυτά τα πράγματα, για να καταλάβετε περισσότερο. Οι επιχειρηματικές μας συνεργασίες στηρίζονται στην εμπιστοσύνη και στην αμοιβαιότητα. Δεν έχουμε συμφωνία και συμβόλαιο με κανέναν προμηθευτή, γιατί η εμπιστοσύνη είναι δεδομένη. Όταν κάνουμε μια συμφωνία, πληρώνουμε και νωρίτερα. Αυτοί οι άνθρωποι λοιπόν μας εμπιστεύονται. Και όταν χρειάζονται κάτι, απευθύνονται σ’ εμάς. Κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να εξυπηρετήσουμε τον προμηθευτή μας όταν βρεθεί σε ατυχία ή αδυναμία, κι εκείνος όταν κάποιο μήνα κάνουμε προώθηση, θα μας δώσει σε καλύτερη τιμή το προϊόν. Έτσι δομούνται μακροχρόνιες σχέσεις, φερεγγυότητα και αξιοπιστία. Σκεφτείτε ότι έχω συνεργασίες που ξεπερνούν τα 30 χρόνια. Εφαρμόζοντας αυτήν ακριβώς την αντίληψη, της εμπιστοσύνης και της αμοιβαιότητας, το πρόβλημα με τις ασφάλειες μας άγγιξε για ένα μήνα μόνο, εκεί γύρω στο Νοέμβριο. Το ίδιο κάναμε και με τις τράπεζες.
Ακόμη και για τον πελάτη μου είμαι σύμβουλος και βοηθός. Φροντίζω να τους προμηθεύω συχνά για να μην παίρνουν ποσότητες μεγαλύτερες από ό,τι χρειάζονται. Αυτό σημαίνει γι’ αυτούς οικονομία χρήματος, οικονομία χρόνου και υγεία προϊόντος. Για μένα σημαίνει κόστος και κόπο, αλλά σημαίνει και σχέση δομημένη πάνω στην εμπιστοσύνη. Κι εκτός αυτού, σημαίνει ότι έχω ένα σταθερό πελάτη και ξέρω τι θα πουλήσω, πόσο θα πουλήσω. Αυτό με διευκολύνει γιατί ξέρω τι θα παράγω και τι θα παραγγείλω, κι επομένως όλη η αλυσίδα κυλάει ομαλά χωρίς να υπερφορτώνεται την μια στιγμή και να μένει άδεια την επόμενη.
Για να κλείσω αυτή τη σκέψη, θα σας πω το εξής: Κατά τη δική μου γνώμη, κέντρο σε όλα είναι ο άνθρωπος. Σέβομαι και εκτιμώ τον άλλο, όσο θέλω να με σέβεται και να με εκτιμά και αυτός. Από αυτό δεν έχεις να χάσεις. Από την αρχή οριοθέτησα ότι εμπόριο σημαίνει δημιουργία και όχι κερδοσκοπία. Αφού είναι δημιουργία πρέπει να έχει διαχρονικότητα. Άρα πρέπει να ζήσει. Άρα τα κέρδη σου δεν μπορεί να είναι υπερβολικά. Αυτό οδηγεί τον άλλο να σε σέβεται.
ΕΝΘΕΤΟ 2
Οργανωμένο δίκτυο ελέγχων
Μeat Ρlace: Επικαλούμαι την εμπειρία σας για να ρωτήσω: ανάμεσα στη δεκαετία του ’70 και στο σήμερα, έχουν συντελεστεί πολύ μεγάλες αλλαγές στο κρέας. Ποια στοιχεία έπαιξαν κυρίως ρόλο σε αυτές τις αλλαγές;
Ξενοφών Βεργίνης: Το ένα στοιχείο ήταν η ένταξή μας στην ΕΟΚ, στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Οι κανονισμοί της είναι αυστηρότατοι και θα πρέπει να τηρούνται. Δεύτερο σημαντικό στοιχείο: το κάθε κράτος μέλος είναι υποχρεωμένο να συγκροτήσει τις αντίστοιχες υπηρεσίες κάνοντας ελέγχους και έχοντας τα σχετικά συμπεράσματα. Για να γίνουν όμως αυτά απαιτούνται υπηρεσίες συγκεκριμένες, συγκροτημένες και με απόλυτα οργανωμένο δίκτυο ελέγχων. Διαφορετικά το πλεονέκτημα γίνεται μειονέκτημα. Όμως εμείς εδώ υποφέρουμε από τη λειτουργία των μηχανισμών ελέγχου της αγοράς. Δυστυχώς, ενώ υπάρχουν οι κανονισμοί της Ε.Ε., ο Κώδικας Τροφίμων, υπάρχουν 6 και 7 οργανισμοί που ασχολούνται με τους ελέγχους. Δεν επιτρέπεται. Τι σημαίνει αλλού ο ΕΦΕΤ, αλλού το υπουργείο, αλλού η περιφέρεια κλπ. Τι είναι αυτά; Αυτά είναι για να ξεφεύγουμε από τον έλεγχο. Από τη στιγμή που διασπάς την ενότητα, κάτι πονηρό υπάρχει.
Χρειάζεται να έχουμε έναν φορέα μόνο που θα κάνει ελέγχους. Και χρειάζεται επίσης να οργανώσουμε και το επόμενο στάδιο, που θα δείχνει αν ο έλεγχος γίνεται σωστά και δίκαια, γιατί δεν είναι όλοι οι ελεγκτές άγιοι. Πρέπει να επαληθεύεις, να διαπιστώνεις την ορθότητα των ελέγχων, να είναι αδιαμφισβήτητοι και διαφανείς.
Κάντε κλικ εδώ για να δείτε την ανακοίνωση υποψηφιότητας του Ξ. Βεργίνη για το Δήμο Λευκάδας και να εγγραφείτε στο κανάλι του στο YouTube.