Μόνη συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου της πρότασης νόμου του Υπουργείου Ανάπτυξης
«Για την προστασία των καταναλωτών στις τραπεζικές δανειακές συμβάσεις, την αποζημιωτική συλλογική αγωγή και τις αρχές λειτουργίας των οργάνων για την επίλυση των καταναλωτικών διαφορών».
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΡΑΓΑΚΗΣ): Το λόγο έχει ο Εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας κ. Βεργίνης.
ΞΕΝΟΦΩΝ ΒΕΡΓΙΝΗΣ: Ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε.
Κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, λίγο πριν η συνάδελφος από την Αξιωματική Αντιπολίτευση, η κα Αντωνίου, προσπάθησε πράγματι να προβάλει ορισμένα επιχειρήματα, να στηρίξει την πρόταση νόμου του κόμματός της για την προστασία των καταναλωτών. Είναι μια φιλότιμη προσπάθεια, γιατί πραγματικά πρέπει να παραδεχθεί κανείς ότι σ’ αυτή την πρόταση περιέχονται και ορισμένα πολύ σοβαρά σημεία, τα οποία πρέπει κανείς βεβαίως να προσέξει. Όμως, δεν πρέπει να ξεπερνάμε ορισμένα όρια. Κυρίως, δεν μπορούμε να δεχθούμε την όλη κριτική που γίνεται, επίσης, στην κυβερνητική πολιτική, όταν η Κυβέρνηση έχει αποδείξει πράγματι πως όχι μονάχα λαμβάνει υπόψη της όλα αυτά τα σημεία. Ειδικότερα και το γνωρίζετε- πριν ακόμα εσείς υποβάλετε την πρότασή σας, η Κυβέρνηση έχει φέρει σε δημόσια διαβούλευση το σχετικό νομοσχέδιο, το οποίο πρόκειται να καταθέσει συντόμως.
Σίγουρα έχουμε να κάνουμε με μια πρωτοβουλία που κινείται στα σημεία, όπως είπα, στη σωστή κατεύθυνση. Όμως, πρώτον αναιρεί, όπως είπα, αρκετά σημεία του κυβερνητικού έργου, κάτι το οποίο δεν χρειάζεται γιατί έτσι πράγματι ξεφεύγουμε από μια λογική των πραγμάτων και δεύτερον διότι, αν πράγματι θελήσει κανείς να κάνει μια κριτική των πεπραγμένων, τότε πρέπει να παρατηρήσουμε τα εξής: ότι η Κυβέρνηση όχι μονάχα δεν προσπάθησε να προστατεύσει τους καταναλωτές, αλλά αντίθετα η πρακτική πολιτική που επέδειξε αποδεικνύει εντελώς το αντίθετο.
Δεν θα διαφωνήσει κανείς στα νούμερα, τα οποία αναφέρθηκαν γενικά για την καταχρέωση των καταναλωτών. Πράγματι, η καθυστέρηση στη χώρα μας από πλευράς πληρωμής δανείων, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, ξεπερνάνε τα 4 δισεκατομμύρια ευρώ και στο σύνολο των υπολοίπων, αν κανείς υπολογίσει, θα βρεθούμε στα 80 με 81 δισεκατομμύρια περίπου. Επίσης, το σύνολο της δανειακής επιβάρυνσης των καταναλωτών έρχεται περίπου στο 44% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος, έχουμε δηλαδή μια αύξηση σχετική με το 38% που υπήρχε από το 2005. Συμφωνώ, επίσης, ότι έχουν αυξηθεί τα στεγαστικά δάνεια. Πρέπει να πούμε ότι στη στεγαστική αγορά το 3,5% των δανείων είναι σε καθυστέρηση έναντι του 3,6% του Δεκεμβρίου του 2005.
Πρέπει όμως να αναφέρουμε και κάποια άλλα σημεία, τα οποία παρέλειψε η Εισηγήτρια του Κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης: Τι συμβαίνει και τι έκαναν οι κυβερνήσεις σας συγκριτικά έναντι της δικής μας Κυβέρνησης; Εσείς δεν είχατε ούτε καν επισημάνει την προστασία του καταναλωτή, δεν διορίσατε ούτε καν το Γενικό Γραμματέα στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή, ενώ παράλληλα δεν επιβάλατε παρά, θα έλεγα, ελάχιστα μέχρι αμελητέα ποσά σε ό,τι αφορούσε τον έλεγχο του κατά πόσο τηρείται ο ανταγωνισμός και η προστασία του καταναλωτή.
Σας θυμίζω ότι το σύνολο των προστίμων που βάλατε, δεν υπερβαίνουν 61 με 62 χιλιάδες ευρώ, κύριοι συνάδελφοι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Το θεωρείτε εσείς πολύ σοβαρό νούμερο; Πιστεύω όχι.
Αντίθετα, πρέπει να σας πούμε ότι εμείς, η Κυβέρνηση, η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης, όρισε Γενικό Γραμματέα Καταναλωτή, που εσείς αγνοούσατε, θεσμοθέτησε το Συνήγορο του Καταναλωτή, που εσείς δεν κάνατε, ενεργοποίησε το Εθνικό Συμβούλιο Καταναλωτή και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Καταναλωτή, που εσείς αγνοήσατε, προώθησε τη δημιουργία δικτύου προστασίας του καταναλωτή των Δυτικών Βαλκανίων, ενώ παράλληλα επέβαλε πρόστιμα πάνω από 2,5 εκατομμύρια ευρώ, από το Μάρτιο του 2004. Και όχι μόνο αυτό. Ανέστειλε και τη λειτουργία πλέον των είκοσι πέντε επιχειρήσεων και ονομάζει —κάτι ακόμη πιο σοβαρό- αναφέρει και δημοσιεύει τα ονόματα των επιχειρήσεων που παραβιάζουν τους κανόνες ανταγωνισμού και βεβαίως την προστασία του καταναλωτή.
Θέλετε να σας θυμίσω επίσης τον ΕΦΕΤ; Στον ΕΦΕΤ τι κάνατε; Τηρήσατε καθόλου τους ελεγκτικούς μηχανισμούς; Δώσατε τη δυνατότητα να αισθανθεί ο καταναλωτής ότι προστατεύεται από τις κυβερνήσεις σας; Αντιθέτως.
Σας λέω, λοιπόν, ότι ο ΕΦΕΤ στην περίοδο 2000-2004 ανακάλυψε μόνο τέσσερις επιχειρήσεις, οι οποίες παραβίαζαν τις προδιαγραφές ασφάλειας και υγιεινής. Και τα συνολικά πρόστιμα, πράγματι, δεν ξεπέρασαν περίπου τα 80 χιλιάδες ευρώ.
Εμείς, αντίθετα, επιβάλαμε κυρώσεις που ξεπερνάνε τις εκατόν πενήντα πέντε με εκατόν εξήντα επιχειρήσεις με συνολικό πρόστιμο πάνω από 2 εκατομμύρια ευρώ.
Τέλος, σας θυμίζουμε -και είναι σημαντικό αυτό γιατί αναφέρεστε στις τράπεζες και η πρόταση νόμου είναι για τις τράπεζες- ότι επιβάλαμε τελευταία πρόστιμα στις τράπεζες, τις οποίες μάλιστα ονόμασε η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου και η αρμόδια υπηρεσία. Πρόσφατα, κάπου στις 26 Φεβρουαρίου, αν δεν κάνω λάθος, επέβαλε πρόστιμο 236 χιλιάδων ευρώ σε τρεις, τέσσερις τράπεζες. Βεβαίως τη σχετική ανακοίνωση την έχετε από το Υπουργείο.
Επομένως, κύριοι συνάδελφοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ., δεν βλέπετε ότι αυτά δεν αντέχουν σε σύγκριση; Αναμφισβήτητα ναι. Και όχι μονάχα αυτό. Σας λέμε ότι παρά το γεγονός αυτό, θα δεχόμασταν την πρότασή σας. Θα τη δεχόμασταν όμως υπό ορισμένους όρους. Αν πράγματι η πρόταση νόμου δεν αποτελούσε γενικότητα κατά βάση. Μάλιστα δεν καλύπτει και όλα τα θέματα προστασίας του καταναλωτή. Άλλωστε στην επιτροπή που συζητήθηκε η πρόταση νόμου, θα ακούσατε όχι μονάχα εμάς από πλευράς κυβέρνησης, αλλά θα ακούσατε και τους φορείς —και εκείνους που θεωρούσατε ότι έπρεπε να υποστηρίξουν την πρότασή σας- που είπαν ότι η πρότασή σας είναι απλά μερική, δεν είναι συνολική, δεν προστατεύει σε όλα τα σημεία τον καταναλωτή.
Τι είναι η πρότασή σας; Η πρότασή σας είναι μια συρραφή από αποσπάσματα πρότασης της επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη σχετική οδηγία την οποία ετοιμάζει. Δεύτερον, αποτελεί πράγματι μια συρραφή από ευνοϊκές αποφάσεις του Αρείου Πάγου, ήσσονος μάλιστα σημασίας, για την προστασία του καταναλωτή. Τρίτον, αποτελεί πράγματι μια συρραφή από εξωδικαστικές διαφορές επίλυσης από πλευράς ζητημάτων που ρυθμίστηκαν από τα δικαστήρια. Είναι μια θεσμική ρύθμιση, νομολογία. Παράλληλα, άπτεται πολλών αρμοδιοτήτων της Κεντρικής Τράπεζας.
Θέλετε να σας είμαι και ολίγον πιο συγκεκριμένος; Σας ρωτώ: Είναι δυνατόν να ορίζεται πλαφόν στα επιτόκια; Δηλαδή θα έρθουμε τώρα να ορίζουμε διοικητικά τα επιτόκια; Μιλάμε για ανοιχτή αγορά, μιλάμε για αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης χωρίς σύνορα και εσείς έρχεστε να ορίσετε διοικητικά πλαφόν στα επιτόκια των τραπεζών; Μα είναι δυνατόν!
Θέλετε ακόμη χειρότερα; Έρχεστε να προσδιορίσετε το δικαιοπρακτικό επιτόκιο προσθέτοντας μάλιστα στο επιτόκιο τέσσερις μονάδες.
Αυτό τι σημαίνει με τα σημερινά δεδομένα; Ότι το επιτόκιο αυτό θα φθάσει στο 21% αν ληφθεί υπόψη ότι τα επιτόκια των καρτών σήμερα είναι στο 17%.
ΤΟΝΙΑ ΑΝΤΩΝΙΟΥ: Είναι 9,5%. Μην παραπλανάτε το Σώμα.
ΞΕΝΟΦΩΝ ΒΕΡΓΙΝΗΣ: Δεν παραπλανούμε κανέναν. Εδώ είναι τα στοιχεία. Άλλωστε νομίζω ότι εγώ δεν έχω δώσει δείγμα ότι παραπλανώ. Έχω στοιχεία, πείτε τα δικά σας.
ΤΟΝΙΑ ΑΝΤΩΝΙΟΥ: Είναι 17% το επιτόκιο
ΞΕΝΟΦΩΝ ΒΕΡΓΙΝΗΣ: Λέτε λοιπόν να προστεθούν τέσσερις μονάδες στα υφιστάμενα, στα τρέχοντα επιτόκια. Πού θα πάει; Δηλαδή όταν θα πέφτει το επιτόκιο τι θα κάνετε; Θα διατηρήσετε τόσο ψηλά τα επιτόκια;
Κύριοι συνάδελφοι, αντιλαμβάνεστε ότι η πρότασή σας δεν αντέχει. Πράγματι πρέπει να πούμε ξεκάθαρα ότι ορισμένα σημεία είναι εκτός πραγματικότητας, εκτός συλλογιστικής της ανταγωνιστικής αγοράς, εκτός θεσμικών κανόνων λειτουργίας, αν θέλετε, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Γνωρίζετε κάτι; Η Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδος δεν έχει δικαίωμα να επιβάλλει. Απ’ ό,τι γνωρίζετε, τις αποφάσεις πλέον επί νομισματικής πολιτικής τις παίρνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δεν τις παίρνει η Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδος ή και γενικότερα δεν τις παίρνουν οι κεντρικές τράπεζες των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνεπώς, οι κεντρικές εθνικές τράπεζες εφαρμόζουν απλά τις αποφάσεις και τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αυτό είναι δεδομένο, αυτό σας είναι γνωστό. Άρα λοιπόν πώς θα έλθει η Τράπεζα της Ελλάδος να προσδιορίσει διοικητικά τα επιτόκια; Θα πάμε δηλαδή στην εποχή Ζολώτα; Τότε δικαιολογείτο.
Βεβαίως εγώ έζησα αυτήν την εποχή. Τότε πράγματι ο Ζολώτας ξυπνούσε το πρωί, έκανε τις συγκεκριμένες διαδρομές του στο πάρκο της Ακρόπολης και εν συνεχεία πήγαινε στο γραφείο του —το έχω ζήσει εγώ προσωπικά- και εξέδιδε τα επιτόκια της ημέρας.
Αυτήν την πολιτική θέλετε να ασκήσουμε; Δεν μπορούμε εμείς να ασκήσουμε αυτήν την πολιτική γιατί πρώτον σεβόμαστε τους θεσμούς, δεύτερον σεβόμαστε πράγματι τους θεσμούς της ανταγωνιστικής αγοράς και τρίτον τα καταφέρνουμε μια χαρά και δεν χρειάζεται αυτή η πολιτική.
Αυτό όμως δεν σημαίνει, κυρία Αντωνίου, ότι δεν θα δεχθώ ορισμένα πράγματα, ότι δηλαδή οι εμπορικές τράπεζες σήμερα πρέπει να προσέξουν την πολιτική τους έτσι ώστε να μην εξαντλούν όλα τα περιθώρια εις βάρος των καταναλωτών. Αυτό σημαίνει όμως ότι πρέπει να λειτουργήσουν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί κι εμείς αυτό κάνουμε. Εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο παρά να ορίσουμε, να ελέγξουμε και να δούμε αν πράγματι εφαρμόζονται οι θεσμοί μέσω των ελεγκτικών μηχανισμών και αυτό κάνουμε.
Συνεπώς, κύριοι συνάδελφοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ., θεωρώ ότι πρέπει να σεβαστούμε ορισμένα πράγματα στα οποία άλλωστε συμφωνούμε. Δεν είδα να διαφωνούμε εδώ. Μπορεί να διαφωνούμε σε άλλα πράγματα, αλλά νομίζω ότι εσείς υπερακοντίζεστε περισσότερο σε ό,τι αφορά τη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς.
Θα αναφέρω ορισμένα ειδικότερα σημεία ως ειδικές παρατηρήσεις. Σε καμία περίπτωση, κύριοι συνάδελφοι, δεν θεωρώ ότι πρέπει να πάμε ενάντια στη διεθνή πρακτική. Πουθενά δεν καθορίζεται η πρακτική όχι μονάχα του καθορισμού συγκεκριμένων υποχρεώσεων των τραπεζών, αλλά δίνονται και συγκεκριμένοι ορισμοί του τι είναι «καταναλωτής» και τι είναι «σύμβαση πίστωσης». Αυτά δεν μπορούμε να τα αλλοιώσουμε. Είναι διεθνείς όροι, είναι διεθνής ορολογία, ή είναι το Α, ή είναι το Β. Δεν μπορεί να είναι Α και Β δια του δύο, να βγάλουμε μέσο όρο. Μέσοι όροι σ’ αυτά δεν στέκουν.
Επιπλέον, αγνοείτε μία βασική ΚΥΑ, την ΚΥΑ ΦΙ 983/7-3-1991. Τα περισσότερα —και το γνωρίζετε αυτό- τα έχετε πάρει από την ΚΥΑ. Πολλά από τα σημεία που θίγετε είναι μέσα στη συγκεκριμένη αυτή ΚΥΑ. Την αγνοείτε λοιπόν, αλλά δεν κάνετε ούτε αναφορά σ’ αυτήν. Κύριε Υπουργέ, ούτε καν αναφέρεται η συγκεκριμένη ΚΥΑ. Για να σεβαστεί κανείς τα κείμενά του, πρέπει να αναφέρει τις πηγές απ’ όπου πράγματι παίρνει στοιχεία και να κάνει και συγκεκριμένη αναφορά.
ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΤΣΑΛΙΔΗΣ: Είναι η βιβλιογραφία.
ΞΕΝΟΦΩΝ ΒΕΡΓΙΝΗΣ: Βεβαίως, είναι η βιβλιογραφία, κύριε συνάδελφε. Το ξέρετε -πανεπιστημιακός είστε- ότι δεν αναγνωρίζεται κανένα κείμενο επιστημονικού επιπέδου αν δεν αναφέρεται η σχετική βιβλιογραφία.
Παράλληλα μιλάτε για «προσυμβατική ενημέρωση» και «δικαίωμα υπαναχώρησης» σε ό,τι αφορά τις συμβάσεις των καταναλωτών με τις τράπεζες. Κύριοι συνάδελφοι, κύριε Υπουργέ, ένα είναι βέβαιο. Το είπα και στην Επιτροπή όπου συζητήθηκε το θέμα. Δυστυχώς, στις συμβάσεις των συμβαλλομένων, δηλαδή τράπεζες και καταναλωτές, είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδιανόητο, για τον καταναλωτή να καθίσει να διαβάσει τους σχετικούς όρους των συμβάσεων και συνεπώς οι συμβαλλόμενοι υπογράφουν. Βεβαίως θεωρητικά και θεσμικά πρέπει να γνωρίζουν τι υπογράφουν και κανένας δεν βάζει την υπογραφή του ως και έτυχε .
Όμως είναι δύσκολο. Και θα πρέπει οι όροι αυτοί να εξειδικευθούν. Και θα πρέπει οι εμπορικές τράπεζες να κάθονται και να εξηγούν στο κάθε καταναλωτή στη σχετική σύμβαση τι περιέχεται, ποιες είναι οι υποχρεώσεις και τι πρέπει να συμβεί. Δυστυχώς, σ’ αυτά πρέπει να το πούμε και να ομολογήσουμε ότι χρειαζόμαστε πράγματι τη συνδρομή τους. Πρέπει, επίσης, παράλληλα να παραδεχθούμε ότι οι καταναλωτές δεν προστατεύονται με ευχολόγια ούτε μόνο με θεσμικά πλαίσια. Προστατεύονται με τη καθημερινή πρακτική και με τον έλεγχο που ασκούν τα αρμόδια όργανα τα οποία εντέλλονται για τον έλεγχο. Και βεβαίως η πολιτική ηγεσία πρέπει να ελέγχει του ελεγκτικούς μηχανισμούς. Εκεί μπορούμε να συμφωνήσουμε.
Επιπλέον θεωρώ ότι ο καταναλωτής θα πρέπει να μην παρασύρεται από τις διαφημίσεις, ενστάσεις και αναρτήσεις αναγκών. Οφείλει και πρέπει να ενημερώνεται ο καταναλωτής αλλά δεν μπορούμε να έχουμε και την ευθύνη του καταναλωτή. Πρέπει να προσδίδουμε την ατομική ευθύνη σ’ αυτόν που του ανήκει. Όπως ισχύει και με τους αγρότες. Τόσες φορές το έχω πει. Ο αγρότης πρέπει να είναι ενημερωμένος αλλά πρέπει να έχει και την ατομική ευθύνη να προσφεύγει στην ενημέρωσή του. Το ίδιο όμως και ο καταναλωτής. Δεν είναι δυνατόν να αγνοεί την ενημέρωσή του.
Παράλληλα πρέπει να πούμε ότι η σημερινή πρακτική, η καθημερινή πρακτική δίνει τη δυνατότητα έτσι ώστε οι λεγόμενες αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις να νουθετούν παράλληλα το καταναλωτικό κοινό. Δυστυχώς πολλές φορές αυτό δεν γίνεται. Γιατί οι λεγόμενες καταδικαστικές αποφάσεις -η νομολογία για τον καταναλωτή- δεν δέχονται τις συγκεκριμένες δημοσιεύσεις που πρέπει να γίνουν. Πράγματι πρέπει εδώ όσον αφορά, κύριε Υπουργέ, στους καταναλωτές να προσπαθήσουμε ό,τι αφορά σε αποφάσεις για τον καταναλωτή να παίρνουν μεγαλύτερη δημοσιότητα.
Τέλος, πρέπει να σας πω ότι ορισμένα πρόστιμα τα οποία επιβάλλονται λόγω οφέλους του συγκεκριμένου που παραβαίνει τους θεσμούς, αντί της δικής σας πρότασης να τιμωρούνται με 1500€, θα πρότεινα, κύριε Υπουργέ —αυτό το είπα και στην Επιτροπή- η αύξηση του ποσού αυτού να είναι 4000€ και άνω. Και παράλληλα θα έλεγα οι κυρώσεις που επιβάλλονται σε όσους παρανομούν να είναι μεγαλύτερες από τα έσοδα που τυχόν αποφέρουν στον παρανομούντα. Τότε μονάχα η πρακτική θα έχει αξία και σημασία.
Κύριε Πρόεδρε, κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θεωρώ ότι η πρόταση νόμου πράγματι έχει ένα πλαίσιο με συγκεκριμένες προτάσεις. Δεν απορρίπτονται όλες. Όμως ως σύνολο δεν μπορεί να σταθεί. Γιατί είναι αποσπασματικά, είναι ενάντια στην διεθνή πρακτική, είναι ενάντια στους κανόνες ανταγωνισμού, είναι ενάντια σ’ αυτό που πράγματι χρειάζεται ως προστασία ο καταναλωτής και επομένως θεωρώ ότι αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να δώσουμε περισσότερη διαφάνεια και να προσδώσουμε, επίσης, περισσότερη σημασία στην ατομική ευθύνη του κάθε καταναλωτή, ώστε να προστατεύει τον εαυτό του και να μην τα περιμένει μονάχα από τα θεσμικά πλαίσια.
Ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ κ. ΒΕΡΓΙΝΗ
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Το λόγο έχει ο κ. Βεργίνης για τέσσερα λεπτά.
ΞΕΝΟΦΩΝ ΒΕΡΓΙΝΗΣ: Ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε.
Κύριε Υπουργέ, κύριοι συνάδελφοι, πραγματικά ακούστηκαν εδώ πράγματα τα οποία ούτε καν είχαν σχέση πράγματι με την πρόταση νόμου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Οι ομιλητές γυρίζουν σε ορισμένα πράγματα, που πραγματικά δεν τους βοηθούν και καθόλου. Μιλούν για την οικονομία, μιλούν για καταχρέωση νοικοκυριών, για καταναλωτική κοινωνία. Μιλούν για ακρίβεια πολιτικής και δεν καταλαβαίνουν ότι όλα αυτά τα πράγματα κατ’ αρχήν στην οικονομία, δεν δημιουργούνται σήμερα, αν υπάρχουν σήμερα. Αυτά έχουν βάση προηγούμενα χρόνια. Και αυτό είναι δεδομένο. Μία οικονομία δεν δουλεύει με τις σημερινές τομές, δουλεύει με βάση περασμένες δομές και κυρίως μάλιστα με δομές επενδυτικές που έχουν έναν ορίζοντα χρόνου τουλάχιστον τριετίας ή πενταετίας.
Συνεπώς, αν αυτή η κατάσταση εξελίσσεται, οφείλεται σε πολύ σοβαρά ελλείμματα της οικονομίας, σε ένα τεράστιο δημόσιο χρέος, σε μια αποεπενδυτική εξέλιξη στην ελληνική οικονομία -διότι αυτή είναι η πραγματικότητα- και συγχρόνως σε ένα ισχυρό τραπεζικό σύστημα.
Γνωρίζετε ότι το τραπεζικό σύστημα δεν πρέπει να κατασυκοφαντείται μ' αυτόν τον τρόπο, διότι αποτελεί πράγματι μία λειτουργία του σώματος. Όπως λειτουργεί το αίμα σε έναν ανθρώπινο οργανισμό ή γενικά έναν ζωντανό οργανισμό, λειτουργεί σήμερα μια οικονομία με βάση το τραπεζικό σύστημα. Αν, λοιπόν, το τραπεζικό σύστημα καταχρεωθεί, αν πέσει, θα πέσει όλη η οικονομία. Δεν υπάρχει περίπτωση να εξυγιανθεί μία οικονομία, αν δεν έχουμε υγιές τραπεζικό σύστημα.
Αν μιλάμε, λοιπόν, για υγιές τραπεζικό σύστημα, πείτε μου: Δεχόμαστε ότι οι τράπεζες αποτελούν επιχειρήσεις; Αναμφισβήτητα ναι. Αποτελούν επιχειρήσεις, οι οποίες καλούνται μάλιστα να βοηθήσουν το επενδυτικό κλίμα και κυρίως να βοηθήσουν την εξυγίανση της οικονομίας, τον εξαγωγικό προσανατολισμό, τις νέες επενδύσεις, την απασχόληση και τη δημιουργία θέσεων εργασίας; Αναμφισβήτητα ναι. Σήμερα, δεν μπορούμε να αποφύγουμε το τραπεζικό σύστημα. Συνεπώς, εκεί που πρέπει να συμφωνήσουμε είναι ότι το τραπεζικό σύστημα πρέπει να εκσυγχρονιστεί.
Τα υπερκέρδη, για τα οποία μιλάτε, πρέπει τελικά να γίνει μία έρευνα, κύριε Υπουργέ, για να δούμε πράγματι πού οφείλονται, αν υπάρχουν. Πάντως, από μία έρευνα που έχω κάνει, κύριε Υπουργέ, τα υπερκέρδη δεν οφείλονται στις προμήθειες. Οι προμήθειες συμμετέχουν ούτε με ένα 13%. Τα περισσότερα κέρδη των εμπορικών τραπεζών στην Ελλάδα, σήμερα που μιλάμε, οφείλονται κυρίως στις συγχωνεύσεις, στον εκσυγχρονισμό της εσωτερικής τους λειτουργίας και κυρίως στην επέκταση των εργασιών τους εκτός Ελλάδος. Αυτό είναι γεγονός.
Και επιτέλους εγώ πιστεύω, κύριε Υπουργέ, ότι πρέπει πραγματικά να ζητήσουμε από την Τράπεζα της Ελλάδος να γίνει μία εξειδικευμένη μελέτη πάνω σ’ αυτό τον τομέα. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να τονίσουμε το γεγονός ότι δεν πρέπει να υπάρχουν υπερκέρδη, που να οφείλονται πράγματι στην υπερεκμετάλλευση των καταναλωτικών δανείων και βεβαίως, κυρίως, των μικρών δανειστών.
Εδώ, θα έλεγα, κύριε Υπουργέ, αν μπορούσαμε να βρούμε έναν τρόπο, όπου το επιτόκιο χορηγήσεων να είναι πράγματι διακριτό έναντι των μικρών δανειστών παρά των μεγάλων. Βεβαίως, μπορεί να γίνει αυτό. Δεν μπορούμε να διαφοροποιήσουμε τα επιτόκια καταθέσεων, αλλά τα επιτόκια χορηγήσεων μπορούμε να τα κάνουμε με βάση την πιστοληπτική ικανότητα και με βάση την αξιοπιστία των δανειζομένων.
Τέλος, πρέπει να σας πω ότι αυτά που ακούστηκαν εδώ σε ό,τι αφορά την Αγροτική Τράπεζα, δεν είναι σωστά, διότι η Αγροτική Τράπεζα ήταν καταχρεωμένη. Αν δεν γινόταν εξυγίανση του χαρτοφυλακίου με συμμετοχή —το έζησα αυτό, γιατί ήμουν και υπεύθυνος του οικονομικού τμήματος λειτουργίας της τράπεζας τότε- αν δεν κάναμε, κύριε Πρόεδρε της Βουλής, εξυγίανση του χαρτοφυλακίου, το πιστωτικό ίδρυμα που λέγεται Αγροτική Τράπεζα, θα είχε πέσει. Και τότε βεβαίως θα είχαμε ένα τεράστιο πρόβλημα. Δεν θα ήταν μεγαλύτερο πρόβλημα από το Χρηματιστήριο το οποίο δημιουργήσατε; Αναμφισβήτητα ναι.
Τελειώνοντας, θέλω να πω ότι ορισμένα πράγματα μπορεί να πηγαίνουν και να λέγονται προς την σωστή κατεύθυνση, αλλά όταν προσπαθούμε να δώσουμε σ’ αυτά τα πράγματα ένα πολιτικό, κομματικά απόλυτα φανατισμένο ένδυμα, τότε νομίζω ότι εξοστρακίζουμε όλη τη συζήτηση και ότι αδικούμε και κατασυκοφαντούμε —αν τολμήσω αυτό, κύριε Πρόεδρε της Βουλής- τελικά το τραπεζικό σύστημα αλλά και άλλες δομές της οικονομίας, οι οποίες τελικά πρέπει να λειτουργήσουν. Γιατί, μόνο αν λειτουργήσουν συντονισμένα όλες οι δομές της οικονομίας, μπορεί να υπάρξει και εξυγίανση και πρόοδος και ανάπτυξη.
Σας ευχαριστώ πολύ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Σούρλας): Ευχαριστώ, κύριε εισηγητά της Νέας Δημοκρατίας, κύριε Βεργίνη.
Κάντε κλικ εδώ για να δείτε την ανακοίνωση υποψηφιότητας του Ξ. Βεργίνη για το Δήμο Λευκάδας και να εγγραφείτε στο κανάλι του στο YouTube.
Ηρώων Πολυτεχνείου 9
1ος όροφος
Τηλ. 26450-24506
Φαξ 26450-29494
31100 - ΛΕΥΚΑΔΑ
Email: xverginis@gmail.com