Η Διεθνής Έκθεση είναι εδώ και χρόνια ένα χρονικό ορόσημο απολογισμού και κρίσιμων αποφάσεων για τη συνέχεια της οικονομικής πολιτικής της εκάστοτε Κυβέρνησης. Τις μέρες αυτές όλα τα ΜΜΕ σχολιάζουν το θεσμικό πλαίσιο της δημοσιονομικής πολιτικής του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κ. Γ. Αλογοσκούφη. Όμως, το αποτέλεσμα μιας οικονομικής πολιτικής δεν εξαρτάται μόνο το πόσο σωστά σχεδιάζεται θεσμικά. Η απόδοσή της εξαρτάται κυρίως από το βαθμό αποδοχής των μέτρων και ειδικότερα από την αποτελεσματικότητα λειτουργίας της αγοράς και των μηχανισμών ελέγχου.
Το άρθρο αυτή την σκοπιμότητα εξυπηρετεί.
Κ υ κ λ ο φ ο ρ ί α π ρ ο ϊ ό ν τ ω ν
Α. Κ υ κ λ ο φ ο ρ ί α κ ο ι ν ο τ ι κ ώ ν π ρ ο ϊ ό ν τ ω ν
Η αγορά της χώρας αποτελεί μέρος της Κοινοτικής Αγοράς και επομένως μέρος μιας ενοποιημένης αγοράς που λειτουργεί με συγκεκριμένους κανόνες και μηχανισμούς στη βάση των αρχών του ανταγωνισμού. Ο ανταγωνισμός στηρίζεται σε τρεις ελευθερίες δράσης: την ελευθερία διακίνησης προϊόντων και αγαθών, την ελευθερία διακίνησης και εγκατάστασης των εργαζομένων, την ελευθερία διακίνησης κεφαλαίων.
Τα προϊόντα κυκλοφορούν συνοδευόμενα από ένα και μόνο διοικητικό έγγραφο.
Από την ελεύθερη κυκλοφορία προϊόντων/ αγαθών εξαιρούνται: εκείνα που έχουν σχέση με ναρκωτικά, εκείνα που έχουν σχέση με εθνική ασφάλεια και δημόσια υγεία, εκείνα που δημιουργούν περαιτέρω κρίση στην ήδη υπάρχουσα κρίση.
Β. Έ λ ε γ χ ο ι κ ο ι ν ο τ ι κ ώ ν π ρ ο ϊ ό ν τ ω ν
Υπάρχουν δύο έλεγχοι: Ο προληπτικός και ο κατασταλτικός έλεγχος. Ο προληπτικός γίνεται στη χώρα παραγωγής ή προέλευσης και ο κατασταλτικός στη χώρα κατανάλωσης ή προορισμού. Στη πρώτη περίπτωση ο παραγωγός έχει την υποχρέωση αναγραφής όλων των στοιχείων ταυτότητας των προϊόντων και ευθύνεται για προληπτικό έλεγχο ποιοτικής και υγιεινής κατάστασης των προϊόντων και εγκαταστάσεων. Στη δεύτερη περίπτωση η χώρα κατανάλωσης έχει το δικαίωμα του κατασταλτικού ελέγχου είτε αυτεπαγγέλτως από τις διάφορες εποπτικές — ελεγκτικές αρχές, είτε άμεσα από τον πολίτη — καταναλωτή ή ανταγωνιστή του προϊόντος και γενικά από τον έχοντα έννομο συμφέρον. Έννομο συμφέρον υπάρχει όχι μόνο όταν παραβιάζονται οι τεχνικές προδιαγραφές και οι κανόνες προστασίας υγείας και περιβάλλοντος, αλλά και όταν βλάπτονται τα οικονομικά συμφέροντα του πολίτη καταναλωτή. Στη περίπτωση αυτή περιλαμβάνονται τα φαινόμενα νοθείας και αισχροκέρδειας. Η άσκηση του δικαιώματος γίνεται κατόπιν προσφυγής του ενδιαφερομένου ή και αυτεπαγγέλτως των εντεταλμένων οργάνων του κράτους — μέλους ή και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η προσφυγή απευθύνεται στα εθνικά ή και Ευρωπαϊκά Δικαστήρια.
Οι έλεγχοι και προσφυγές γίνονται στη βάση των αρχών: της ίσης μεταχείρισης και της μη διάκρισης.
Εγχωρίως παραγόμενα ή εισαγόμενα προϊόντα έχουν την ίδια τύχη.
Γ. Κ υ κ λ ο φ ο ρ ί α κ α ι έ λ ε γ χ ο ι π ρ ο ϊ ό ν τ ω ν Τ ρ ί τ ω ν Χ ω ρ ώ ν
Τα εισαγόμενα προϊόντα από Τρίτες Χώρες διέπονται από ξέχωρους κανόνες που έχουν γίνει αποδεκτοί σε Κοινές Συμφωνίες (διμερείς ή πολυμερείς ) μεταξύ ΕΕ και Τρίτων Χωρών. Τεχνικές προδιαγραφές, ποσοστώσεις, δασμοί και φόροι ισοδύναμου αποτελέσματος διαφοροποιούν την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας και την αρχή ίσης μεταχείρισης ως προς τους ελέγχους. Π.χ. για τα εισαγόμενα από Τρίτες Χώρες γίνεται έλεγχος στα Τελωνεία όπου η δειγματοληψία και ανάλυση θεωρούνται επιβεβλημένα (π.χ. ηλιέλαιο από Ουκρανία έπρεπε να ληφθούν τρία δείγματα, ένα για το Γενικό Χημείο, το δεύτερο για την Αρχή που ασκούσε τον έλεγχο και το τρίτο στον κάτοχο του προϊόντος). Με τον τρόπο αυτό γίνεται προληπτικός έλεγχος και αποφεύγονται οι οποιεσδήποτε παρερμηνείες και πλαστογραφίες, αφού μπορεί να γίνουν αντικειμενικές διασταυρώσεις.
ΙΙ ΦΟΡΕΙΣ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ
Α. Υ φ ι σ τ ά μ ε ν η Κ α τ ά σ τ α σ η
Η ελληνική αγορά δυστυχώς δεν λειτουργεί όπως απαιτούν οι αρχές και οι κανόνες ανταγωνισμού, καθώς και οι αρχές της μη διάκρισης και ίσης μεταχείρισης. Το γεγονός αυτό οφείλεται κυρίως στη μη εξασφάλιση ενιαίου θεσμικού πλαισίου λειτουργίας της αγοράς αλλά και στη μη διασφάλιση ενιαίου φορέα ελέγχου εφαρμογής των κανόνων. Δεν είναι μόνο η ανάθεση των ελέγχων σε διαφορετικούς φορείς, αλλά είναι (κυρίως) η διαφορετική προσέγγιση και στην πράξη εφαρμογή των κανόνων ελέγχου μεταξύ φορέων αλλά και μεταξύ περιοχών. Άρα δεν υπάρχει «ενότητα» θεσμικού πλαισίου και «ενότητα» κανόνων εφαρμογής ελέγχων! Ακόμη δε χειρότερο, δεν υπάρχει συνέπεια μεταξύ εφαρμογής των διατάξεων επιβολής ποινών σε παραβάτες και υλοποίησης των ποινών με αποτέλεσμα να επικρατεί το «δίκαιο της στιγμής» που στηρίζεται στις αρχές α) της απόλυτης διάκρισης και β) της άνισης μεταχείρισης. Η κατάσταση αυτή είναι διαχρονική από το 1981 και παγιώθηκε, παρά τις διακριτικές, θεσμικές και μη, παρεμβάσεις της πολιτείας στα τελευταία χρόνια. Γενικά υπάρχει και σε θεσμικό αλλά και σε επίπεδο εφαρμογής των αρχών ελέγχου στην αγορά: σύγχυση, αλληλοκαλύψεις, αλληλοσυγκρούσεις και αλληλοφαγώματα — αδιαφάνεια και καταστρατηγήσεις κανόνων δικαίου που φέρνουν τη χώρα σε θέση τριτοκοσμική και τους πολίτες σε αγανάκτηση και απελπισία. Όλα δε μαζί εμπεδώνουν την επικρατούσα άποψη ότι σ’ αυτή τη χώρα τίποτε δε μπορεί να γίνει! Βέβαια αυτή Η εικόνα αδικεί τη χώρα και τους πολίτες της σε επίπεδο Κοινότητας και Διεθνώς.
Β. Π ο ι ο ι ε ί ν α ι ο ι υ φ ι σ τ ά μ ε ν ο ι φ ο ρ ε ί ς ε λ έ γ χ ων
Σήμερα υπάρχουν οι εξής φορείς:
1. Η Α ν ε ξ ά ρ τ η τ η Α ρ χ ή Α ν τ α γ ω ν ι σ μ ο ύ (Υπουργείο Ανάπτυξης)
Είναι ο φορέας υπεύθυνος για παρακολούθηση και επιβολή των αρχών και κανόνων ανταγωνισμού.
2. Ο Ε Φ Ε Τ (Υπουργείο Ανάπτυξης)
Είναι ο φορέας υπεύθυνος για έλεγχο προέλευσης ποιότητας και υγιεινής κατάστασης προϊόντων και εγκαταστάσεων ιδιαίτερα, ή αποκλειστικά για δευτερογενή τομέα. Ποιος, όμως, ορίζει τα όρια πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα; Το άρθρο 38 της Συνθήκης της Ρώμης ορίζει ότι αγροτικά προϊόντα είναι τα προϊόντα γης, κτηνοτροφίας και αλιείας και προϊόντα που προκύπτουν από πρώτη μεταποίηση!
3. Ο Ο Π Ε Γ Ε Π (Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων)
Είναι ο φορέας υπεύθυνος για έλεγχο προέλευσης, ποιότητας και ταυτοποίησης προϊόντων (ΠΟΠ — Βιολογικά προϊόντα κ.λπ.).
4. Ο Ε Λ Ο Γ Α Κ (Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων)
Είναι ο φορέας υπεύθυνος για έλεγχο προέλευσης, ποιότητας και ταυτοποίησης προϊόντων γάλακτος και κρέατος.
5. Ο ι Κ τ η ν ι α τ ρ ι κ έ ς Υ π η ρ ε σ ί ε ς (Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης
και Τροφίμων)
Είναι το μέρος της υπηρεσίας που ελέγχει την υγιεινή κατάσταση των προϊόντων, την έκδοση αδειών εγκατάστασης και λειτουργίας μονάδων, τον χαρακτηρισμό ΠΟΠ προϊόντων μετά από άδεια του ΕΦΕΤ κ.λπ..
6. Ο ι Ν ο μ α ρ χ ι α κ έ ς Υ π η ρ ε σ ί ε ς.
Διεύθυνση Κτηνιατρικής (Νομαρχία)
Είναι ο φορέας υπεύθυνος για το σύνολο των προαναφερθέντων ελέγχων ποιότητας, υγιεινής προϊόντων και εγκαταστάσεων, έκδοσης αδειών κ.λπ..
7. Ο ι Ε π ό π τ ε ς Υ γ ε ί α ς (Υπουργείο Υγείας)
Είναι ο φορέας υπεύθυνος για τον έλεγχο υγιεινής των προϊόντων και εγκαταστάσεων καταστημάτων και περιβαλλοντικών όρων κ.λπ..
8. Τ ο Γ ε ν ι κ ό Χ η μ ε ί ο τ ο υ Κ ρ ά τ ο υ ς (Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας
και Οικονομικών) και άλλα ισότιμα εργαστήρια άλλων Υπουργείων.
Είναι ο φορέας αρμόδιος για αναλύσεις προϊόντων εισαγόμενων και μη. Ελέγχει σε ανάλυση τα στοιχεία ποιότητας και υγιεινής.
Γ. Π ρ ο τ ά σ ε ι ς
Η υφιστάμενη κατάσταση απαιτεί αποφάσεις τολμηρές αλλά και αναγκαίες για ριζικές αλλαγές σε θεσμικό επίπεδο και κυρίως πρακτικές που θα προσβλέπουν στην ενότητα και ομαλή λειτουργία της αγοράς σε πλαίσια ανταγωνισμού με κοινωνική ευθύνη. Για το σκοπό αυτό προτείνεται: η δημιουργία Ενιαίου Φορέα Ελέγχων και η δημιουργία Φορέα Ανάλυσης Δειγμάτων.
1. Ο Ενιαίος Φορέας Ελέγχων θα έχει ως αντικείμενο την επιβολή κανόνων ελέγχου ποιότητας και υγιεινής προϊόντων και εγκαταστάσεων, νοθείας και αισχροκέρδειας και επιβολής ποινών. Είναι ο φορέας αντιμετώπισης κρίσεων.
Στον ενιαίο φορέα θα υπάγονται όλοι οι επιμέρους υφιστάμενοι ελεγκτικοί φορείς — μηχανισμοί όχι όμως προσθετικά αλλά σε ενιαίο οργανωτικό και διαχειριστικό σχήμα (Διοίκηση — Διαχείριση — Έλεγχοι — Επιβολή Ποινών). Ο Ενιαίος Φορέας Ελέγχων θα περιλαμβάνει:
α) όλες τις ειδικότητες κατά συμπληρωματικό τρόπο
β) ενιαία βάση δεδομένων και
γ) ενιαίο φορέα πληροφοριακών συστημάτων για να εξασφαλίζεται η συμβατότητα και διαφάνεια αλλά και να διασφαλίζεται η εγκυρότητα και συγκρισιμότητα των στοιχείων προς κάθε κατεύθυνση. Η πληροφόρηση θα είναι προληπτική και ελεγκτική — κατασταλτική.
2. Ο Φορέας Ανάλυσης Δειγμάτων θα έχει ως αντικείμενο την ανάλυση των συστατικών του προϊόντος. Στο Φορέα θα υπάγονται το Γενικό Χημείο του Κράτους και τα Εργαστήρια Αναλύσεων Δημοσίου ή ευρύτερα Δημόσιου Τομέα ή Ιδιωτικού εφόσον είναι πιστοποιημένο από το ΕΣΥΔ (Εθνικό Συμβούλιο Διαπίστευσης).
Η διάκριση των δύο Φορέων διασφαλίζει το αδιάβλητο της διαφάνειας, της εγκυρότητας και αντικειμενικότητας.
Η δειγματοληψία γίνεται κατά αντικειμενικό τρόπο και ο ενδιαφερόμενος μπορεί να προσφύγει με πρόσθετο δείγμα για ανάλυση, διασταύρωση και πιστοποίηση.
Για να υλοποιηθούν οι προτάσεις απαιτούνται:
α) Νέο ενιαίο νομικό πλαίσιο με κατάργηση κάθε προηγουμένου. Σε καμία περίπτωση δε μπορεί να είναι συρραφή νομικών πλαισίων λειτουργίας προηγούμενων φορέων.
β) Οικονομοτεχνική μελέτη υλικοτεχνικής, οργανωτικής και ανθρώπινης υποδομής για τη λειτουργία του Ενιαίου Φορέα Ελέγχων. Εννοείται, ότι με την θεσμική ενοποίηση θα λειτουργήσει νέος Φορέας με νέες «οικονομίες κλίμακας».
γ) Η στελέχωση θα γίνει με εξειδικευμένο και έμπειρο προσωπικό, με πρώτη επιλογή από τους ήδη υπηρετούντες, κατόπιν αξιολογικής κρίσης και σε ενιαία βάση μισθολογίου (σήμερα αμείβονται ανάλογα σε ποιο Φορέα υπηρετούν. Δηλαδή, υπάρχουν τυχεροί και άτυχοι) με όλες τις συνέπειες που αυτό συνεπάγεται.
IIΙ Δ Ι Α Μ Ο Ρ Φ Ω Σ Η Κ Α Ι Ε Λ Ε Γ Χ Ο Σ Τ Ι Μ Ω Ν
Α. Π ρ ο α π α ι τ ο ύ μ ε ν α
Η διαμόρφωση των τιμών στη κοινοτική και γενικά σε μια ελεύθερη αγορά γίνεται σύμφωνα με τις δυνάμεις προσφοράς και ζήτησης και στη βάση όρων ανταγωνισμού. Συνεπώς, αναγκαίο προαπαιτούμενο αποτελεί η απρόσκοπτη άσκηση και εφαρμογή των τριών ελευθεριών που αναφέρθηκαν. Στην πράξη, τελικός κριτής — ελεγκτής των τιμών είναι ο αγοραστής — καταναλωτής είτε ενδιαμέσων, είτε τελικών προϊόντων.
Όμως, η ομαλή λειτουργία μιας «ανοικτής αγοράς» προϋποθέτει εφαρμογή κανόνων ανταγωνισμού, που σημαίνει όχι μόνο ύπαρξη πολλών πωλητών και αγοραστών αλλά και εξασφάλιση αναγκαίας και πλήρους πληροφόρησης σε ισότιμο — ισοδύναμο κόστος. Γίνεται αντιληπτό, ότι αν η ύπαρξη της πρώτης συνθήκης είναι δύσκολη, πιο δύσκολη είναι η ύπαρξη της δεύτερης! Είναι γνωστό, επίσης, ότι η αγορά από μόνη της δε μπορεί να καλύψει τεχνικές και διοικητικές διαστρεβλώσεις και ιδιαίτερα θέματα προστασίας περιβάλλοντος και υγείας καταναλωτών. Αν δε ληφθεί υπόψη ότι ούτε ίσα εισοδήματα υπάρχουν, ούτε ίσες ευκαιρίες πρόσβασης στην αγορά και τα μέσα παραγωγής και διανομής υπάρχουν, τότε γίνεται φανερό ότι απαιτείται η παρέμβαση της οργανωμένης Πολιτείας. Άρα εδώ η πολιτική απαιτεί κοινωνική ευθύνη. Αν η πολιτική αυτή είναι αναγκαία για τα «βιομηχανικά» προϊόντα, γίνεται αναγκαία και απαραίτητη για τα φυσικά και πρώτης μεταποίησης αγροτικά προϊόντα, όπου συμβαίνουν ανάποδοι καιροί και αντίστροφες — παράδοξες συμπεριφορές στις σχέσεις εισοδήματος και ζήτησης γεωργικών προϊόντων. Αυτό, άλλωστε, το αναγνωρίζει η συμπυκνωμένη σοφία της Συνθήκης της Ρώμης (άρθρο 39) που μιλάει για σταθερότητα αγοράς (stabilizedmarket,) για σεβαστές συνθήκες διαβίωσης των αγροτών (fairstandardofliving) και για προσφορά προϊόντων στους καταναλωτές σε λογικές τιμές (reasonableprices)!
Συνεπώς, η Συνθήκη καλεί την ΕΕ και τα κράτη — μέλη να εφαρμόσουν μια πολιτική που θα εξασφαλίζει τις ανωτέρω προϋποθέσεις.
Για να υπάρξουν τα επιθυμητά αποτελέσματα προαπαιτούνται:
Για παράδειγμα: Διαφοροποιούνται οι παράγοντες και οι μηχανισμοί διαμόρφωσης τιμών και ελέγχων αντίστοιχα αν αναφέρονται σε προϊόντα πρωτογενή ή δευτερογενή τομέα, εισαγόμενα ή εσωτερικώς παραγόμενα, ευρείας κατανάλωσης ή πολυτελείας, ευπαθή ή μη, σε επάρκεια ή ανεπάρκεια κ.λπ..
Βέβαια, άκρως απαραίτητα και αναγκαία είναι: η ψυχραιμία και συνθετική κρίση αυτού που παράγει και ασκεί πολιτική!
Τα ανωτέρω αποτελούν προαπαιτούμενα και τη βάση πολιτικής παρακολούθησης της σημερινής αγοράς που χαρακτηρίζεται από πολυπλοκότητα και ασύμμετρες συνθήκες λειτουργίας και διαχείρισης στα πλαίσια μιας Διοίκησης ανοργάνωτης και μειωμένης διαφάνειας.
Β. Π α ρ ά γ ο ν τ ε ς π ο υ δ ι α μ ο ρ φ ώ ν ο υ ν τ η ν α γ ο ρ ά κ α ι τ ι ς
τ ι μ έ ς
Συνοπτικά αναφέρονται:
Τα κέντρα παραγωγής και άσκησης πολιτικής οφείλουν να γνωρίζουν κατά τομείς και δραστηριότητες γενικά και σε λεπτομέρειες τις συνθήκες παραγωγής και διακίνησης καθώς και τις συμφωνίες μεγάλων εταιρειών που κατέχουν κυριαρχική θέση και επηρεάζουν την αγορά! Πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους ενδεικτική κοστολόγηση για όλα τα προϊόντα και υπηρεσίες κατά τομείς και οπωσδήποτε για προϊόντα και υπηρεσίες ευρείας κατανάλωσης και χρήσης και ειδικότερα για τα εν ανεπαρκεία. Εξυπακούεται ότι πρέπει να υπάρξει διαφάνεια στην πολιτική των εκπτώσεων και των παροχών.
Σημειώνω, ότι ο καθορισμός τιμών (πλαφόν) από την πολιτεία απαγορεύεται. Αντίθετα, ο προσδιορισμός (μετά από συμφωνίες) λογικού κέρδους σε συνδυασμό με την καταπολέμηση της αισχροκέρδειας και της νοθείας με παράλληλη πολιτική προστασίας του εισοδήματος και της υγείας των καταναλωτών όχι μόνο επιτρέπεται αλλά και επιβάλλεται.
Δρ. Ξενοφών Βεργίνης
πρώην Βουλευτής Λευκάδας
Κάντε κλικ εδώ για να δείτε την ανακοίνωση υποψηφιότητας του Ξ. Βεργίνη για το Δήμο Λευκάδας και να εγγραφείτε στο κανάλι του στο YouTube.
Ηρώων Πολυτεχνείου 9
1ος όροφος
Τηλ. 26450-24506
Φαξ 26450-29494
31100 - ΛΕΥΚΑΔΑ
Email: xverginis@gmail.com